ΔΕΝ ΑΛΛΑΖΩ ΤΑ ΗΧΕΙΑ ΜΟΥ

Wednesday, December 14, 2005

Οι Τεμπέληδες Της Εύφορης Κοιλάδας

Ο κύριος Δ. ήταν ένας από τους καλύτερους καθηγητές που είχα ποτέ στη ζωή μου. Ήταν ο φιλόλογος της τάξης μου στη δευτέρα γυμνασίου. Τώρα που το σκέφτομαι, μπορεί και να ήμουν τρίτη γυμνασίου (άτιμη alzheimer's!). Τέλος πάντων, μικρή σημασία έχει. Ο κύριος Δ. ήταν ο πρώτος καθηγητής που επηρέασε τη ζωή μου με θετικό τρόπο. Όταν λέω ο πρώτος, δεν υπονοώ ότι όλοι οι δάσκαλοι/καθηγητές που είχα πριν από αυτόν πέρασαν και δεν ακούμπησαν. Αλλά ο κύριος Δ. μίλησε μέσα μου, ήταν ο πρώτος καθηγητής με τον οποίο ταυτίστηκα και τον οποίο πραγματικά θαύμαζα.

Σχετικά μεγάλος σε ηλικία όταν ανέλαβε εμάς, ήταν αδύνατος και λίγο ψηλός. Είχε ελαφρώς μακριά μαλλιά και ο τρόπος που τα τραβούσε πίσω όποτε πέφτανε μπροστά στα μάτια του, σου έδινε την εντύπωση ότι σε μια προηγούμενη ζωή ήταν έξαλλος διευθυντής συμφωνικής ορχήστρας. Λίγο αυστηρός μέσα στην τάξη, είχε τον αέρα ενός διανοούμενου που δε δίσταζε να τα πει χύμα όταν χρειαζόταν. Έξω από την τάξη τον φανταζόμουν να είναι αθυρόστομος, θρασύς και γερό ποτήρι. Στη διδασκαλία ήταν καινοτόμος και επαναστατικός (ή ρηξικέλευθος όπως ίσως θα επέλεγε να πει εκείνος). "Αφήστε τι λέει το βιβλίο", μας έλεγε συχνά. "Δεν ξέρουν τι γράφουν. Κλείστε τα και θα τα πούμε όλα εδώ μαζί."

Πολλά ήταν τα πράγματα που τον πειράζανε γύρω του, αλλά για δύο από αυτά μας έλεγε συχνά. Το πρώτο ήταν οι ξενόφερτες λέξεις στα ονόματα καταστημάτων, εστιατορίων, μπαρ και όλων γενικά των επιχειρήσεων. "Κοιτάξτε τα ονόματα στις καφετέριες γύρω σας", μας έλεγε με αγανάκτηση. "Έντερπραιζ, Μίσιον, Άτικ. Χάθηκε ο κόσμος να ονομάσουν μια καφετέρια Αγράμπελη? Πανέμορφο και ελληνικότατο όνομα!" Τέτοια ξεσπάσματα για τα ονόματα ήταν δημοφιλές αντικείμενο συζήτησης μεταξύ μας στα διαλείμματα. Μετά από διάφορα κοροϊδευτικά σχόλια καταλήγαμε πάντοτε στο ομόφωνο συμπέρασμα που μας επέτρεπε η σοφία των 13 χρόνων μας. Μπορεί κάποιος να ονόμαζε την καφετέρια Αγράμπελη, αλλά ποιος θα πατούσε το πόδι του εκεί?

Το δεύτερο αγαπημένο παράπονο του κυρίου Δ. ήταν η τεμπελιά και ο ωχαδερφισμός των Ελλήνων. Όποτε του δινόταν κάποια αφορμή να θίξει τα δύο αυτά κακά, μας έφερνε σαν παράδειγμα μια ταινία με τον τίτλο "Οι Τεμπέληδες Της Εύφορης Κοιλάδας". Δε μας είχε δώσει ποτέ λεπτομέρειες για το σκηνοθέτη και τους πρωταγωνιστές, ούτε για την υπόθεση. Επαναλάμβανε απλώς την ίδια εισαγωγή. "Πάρτε για παράδειγμα την ταινία αυτή. Δείχνει μια ομάδα ανθρώπων, αραχτούς σε ένα εξοχικό, οι οποίοι όλη τη μέρα δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να τρώνε, να κοιμούνται και να ...". Σε αυτό το σημείο κόμπιαζε πάντοτε και μετά από μια σιγή μερικών δευτερολέπτων κατά την οποία γυρόφερνε τις λέξεις μέσα στο μυαλό του, προχωρούσε τη συζήτηση παρακάτω.

Η συγκεκριμένη ταινία είχε αναχθεί σε ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια για μένα, ειδικά από τη στιγμή που δεν μπορούσα να βρω πως τελείωνε η πρόταση του κυρίου Δ. που περιέγραφε τις συνήθειες των πρωταγωνιστών. Βίντεο δεν υπήρχε ούτε για δείγμα, ενώ όποτε ρωτούσα κάποιο συγγενή έπαιρνα την ίδια απάντηση. "Δεν ξέρω για ποιο πράγμα μιλάς αλλά ευχαρίστως θα τους έκανα παρέα στην εύφορη κοιλάδα τους!" Φυσικά ούτε λόγος να γίνεται για απευθείας ερώτηση στον κύριο Δ. ώστε να λύσει την απορία μου. Καναδυό φορές είχα σκεφτεί να τον ρωτήσω στο διάλειμμα, αλλά ποτέ δε συγκέντρωσα το θάρρος να το κάνω. Από κάποιο σημείο και έπειτα είχε γίνει ένα είδος αποστολής για μένα. Έπρεπε πάση θυσία να ανακαλύψω το μυστικό της ταινίας και μάλιστα πριν το τέλος της σχολικής χρονιάς, αλλιώς δε θα μπορούσα να αντικρύσω ξανά τον εαυτό μου στον καθρέφτη.

Η αποστολή μου έφτασε αναπάντεχα στο τέλος της μια κρύα ανοιξιάτικη Τετάρτη. Ήταν γύρω στις δύο το βράδυ και έψαχνα κρυφά από τους γονείς μου για εκπαιδευτικά προγράμματα στην τηλεόραση. Καθώς άλλαζα τα κανάλια, το μάτι μου έπεσε σε σκηνή υψίστου διδακτικού περιεχομένου που δεν μπορούσα με τίποτα να αγνοήσω. Με το που τελειώνει το μάθημα όμως, βλέπω να παίρνει ο ύπνος το δάσκαλο στην ουσία όρθιο! Τα επόμενα λεπτά με έκαναν να παραξενευτώ ακόμα περισσότερο. Σε αυτή την ταινία έπεφτε πολύ ύπνος! Άρπαξα τον εβδομαδιαίο οδηγό και με ανυπομονησία κοίταξα το πρόγραμμα του συγκεκριμένου καναλιού. Εκεί, στις ιλουστρασιόν σελίδες της Ραδιοτηλεόρασης, όλα μου τα ερωτήματα απαντήθηκαν με μιας. "00:45 - Οι Τεμπέληδες Της Εύφορης Κοιλάδας".

Επιτέλους ήξερα τι ήταν εκείνο που έκαναν οι τεμπέληδες, εκτός φυσικά από το να τρώνε και να κοιμούνται. Οι σκηνές από την ταινία που μπόρεσα να συγκρατήσω στη συνέχεια, καθώς λαγοκοιμόμουν στον καναπέ, περιελάμβαναν μόνο δύο πράγματα: ύπνο και σεξ. Την επόμενη μέρα στο σχολείο, κατά τη διάρκεια του τρίτου διαλείμματος, αποφάσισα να ρίξω τη βόμβα στους κολλητούς μου. "Η ταινία στην οποία αναφέρεται τόσο συχνά ο κύριος Δ. είναι τσόντα! Γι' αυτό δεν ολοκληρώνει ποτέ την πρόταση του!" Η συγκλονιστική αυτή αποκάλυψη, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι είχα ξενυχτήσει σε "σχολική" βραδιά, με έκαναν μέχρι το τέλος της χρονιάς τον ήρωα της παρέας. Προσωπικά, δεν επηρέασε καθόλου αρνητικά το πως έβλεπα τον κύριο Δ. Το αντίθετο μάλιστα. Από εκείνη την ημέρα και έπειτα, κάθε φορά που ανέφερε την ταινία, ολοκλήρωνα από μέσα μου την πρότασή του και χαμογελούσα πονηρά, ενώ το θάρρος του να μιλάει για τέτοια πράγματα στην τάξη τον είχε αναγάγει στο μυαλό μου σε μορφή μεγαλύτερη και από τον Κλιντ Ίστγουντ. Ήμουν σίγουρος ότι αν χρειαζόταν δε θα δίσταζε να τα βάλει και με το "Σερίφη", όπως αποκαλούσαμε χαϊδευτικά το διευθυντή του γυμνασίου.

Τους "Τεμπέληδες Της Εύφορης Κοιλάδας" τους είδα ξανά περισσότερο από δέκα χρόνια αργότερα και αφού είχα φάει με το κουτάλι τις κινηματογραφικές αίθουσες με dolby surround, όλες τις πρόσφατες υπερπαραγωγές του χόλιγουντ, τις κουλτουριάρικες ταινίες του παρελθόντος και όλα τα διαμάντια του ανεξάρτητου κινηματογράφου. Φυσικά η ταινία του Nίκου Παναγιωτόπουλου από το 1978 κάθε άλλο παρά τσόντα είναι. Με ηθοποιούς σαν το Βασίλη Διαμαντόπουλο, το Νικήτα Τσακίρογλου, το Δημήτρη Πουλικάκο, και σημειολογία που "σκοτώνει", έχει γίνει πλέον μια από τις αγαπημένες μου ταινίες. Ο κύριος Δ. δεν έμαθε φυσικά ποτέ ότι είχα καταφέρει να λύσω το γρίφο του. Είμαι όμως σίγουρος ότι θα χαμογελούσε με ικανοποίηση αν μπορούσε σήμερα να με ακούσει να αφήνω την ίδια ακριβώς πρόταση μισοτελειωμένη κάποιες φορές που παραπονιέμαι για τα στραβά των Ελλήνων.

0 Comments:

Post a Comment


 Subscribe to Post Comments [Atom]



 << Home